Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Μια Λήθη

ύπουλα βηματίζει ο θάνατος σε λέξεις
ξεσχισμένες  διατηρούν το σπάνιο
συσσωρεύουν απόγνωση ανάμεσα στ' ανθρώπινα
την ώρα που στάθηκες καταμεσής μιας νύκτας
πλέκοντας λήθη και θυμό
σφαδάζοντας  κρεμάστηκες
στο ράμφος της πιο ακόρεστης δίψας

δεν βλέπεις πως τ' άδυτά μου μάτωσαν πασχίζοντας
για σένα δέθηκαν με την απόσταση
πίνω τα δάκρυα  που μ'  άφησες

μα κείνα  γινήκαν πνιγμονή
δεν θά 'χω πια ανάσα
στερεύει η θάλασσά μου η μικρή
σφαλίζω με τα κάτοπτρα όλα τα ποτάμια
αυτά που σαν αλήτες ταξιδεύουν στο κορμί
λασπώνοντας  τη σκέψη μου που θε να βγει στα χείλη

πενθεί ο κόσμος μου για με, πενθώ  εγώ, για σένα
ρωγμές ασέληνου ουρανού κρατούν το όνειρό μου
διάφανο διάβα κι ούτε μια άρνηση δε με κατοίκησε
ξαγρυπνά ο έρωτας μεταγγίζοντάς μου αόρατη μουσική
ν αντέξω στο θάνατο που με κύλησες
ιχνεύοντας τον ήχο της δικής σου μουσικής.

27/1/2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου