Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Περιπλάνηση

περιπλανιέμαι σε ναυάγια σχίζοντας σκόνη
κανείς δεν είχε πρόσωπο
ουδέ ένας ψίθυρος δε ρυτίδωσε τη σιωπή
που κρεμασμένη σε μνήμες άωρες
αναζητούσε το όνομά της
ανάμεσα σε προδοσίες ιερές αρχαίων αρνήσεων
κάρφωνα έρωτες έκτιζα νοσταλγία
ξερά κλαδιά τα ατέλειωτα από δημιουργία χέρια μου
κροταλίζουν εφιαλτικά νύκτες ατερμάτιστες
σπάζω τα περιθώρια ένα - ένα δραπετεύω ακούραστα
ανιχνεύοντας κάθε όριο συνείδησης
βαθύς χειμώνας και η αντάρα του ακίνητη αδηφάγα
παραμονεύει υπομονετικά κάθε συνήθεια
ανίερων ανολοκλήρωτων θανάτων δυστυχίας
παράσταση αόρατη σαν σαλεύουν φαντάσματα
ματοβαμμένη αμαρτία με κρατά,
θρηνώ ως μανιασμένη καταιγίδα
της ψυχής η τρέλα με στριφογυρνά
τσακίζω τα ξερά μου δάκτυλα σαν έσβηνε
ο κρότος του ραγίσματος τ ουρανού
ξεχύθηκε μιαν άνοιξη άλικη,άλυπη
που με περίσσια προσοχή θα προσπεράσω
δίχως αγγίγματα κρυφά θα διαβώ
δίπλα απ τον ήχο της σφαίρας που σε κάθε εναντίωση
συνειδητά ποθεί να με σκοτώσει.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Συμπτώσεις

πηγή  δακρύων τα χέρια του
στην αγκαλιά του λικνίζονται
έξι ματωμένα φεγγάρια άλαλα
τρομαγμένα ξερνούν στάχτη
το έγκλημα έγινε
εκείνη την κωφάλαλη αυγή
που τα πτηνά πέταξαν
με σπασμένα κεφάλια
και τσαλακωμένα φτερά
ο άνεμος καταβρόχθιζε δρόμους
η λαχτάρα του πάθους συνέτριψε
και την τελευταία ελπίδα
που κατρακύλησε σε ματωμένη θάλασσα
τα χέρια του ζωγράφισαν ψεύδη
κρύβοντας μιαν απελπισία ανίσχυρη
για την ευτυχία πλήθους που εξατμιζόταν
στην ευδαιμονία εικόνων αναπαραγόμενων
σε φανταχτερά κάτοπτρα με αλλαγμένο ουρανό.