Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Το Τέλος

Της Πέτρας και του Έρωτα
[απόσπασμα]

"Ηχος διάπυρος μιας γλώσσας αγέννητης "

Το Τέλος
Στης αστραπής τη λάμψη φυλακίστηκα .Μεθώ στου αιωνίου πετάγματος το φωτεινό ταξίδι. Ανασαίνω πικρή αρμύρα ,ανορθώνω τα χέρια, αγγίζω της Αύρας το πρόσωπο.
Εκείνη αποστρέφει το βλέμμα στη θέα του Αύσωνα.
Δεν κατανοώ, παρά τη χάρη μιάς μοναδικής κατάβασης στο Ιερό Άβατο της Μαγείας .Μιάς Μαγείας, που κάποτε δεν είναι κατανοητή, αλλά είναι η ουσία αυτής καθ΄αυτής της ζωής .
Στου Ταινάρου τους αδιάβατους δρόμους , ανεμπόδιστη η πορεία από χάρη των Θεών.
Βαθειά που είναι τα σπήλαια ! ....
Και κατέρχομαι μαζί σου, σε τούτο το ταξίδι των μυστηρίων ... στου μεγίστου πόνου
την ιαχή θα τυλιχθούμε .
Εκεί που το Έρεβος με το Φως ανταμώνουν σε χορό αρμονικό, θα διαβούμε .
Στάζει άνοιξη στην αγκαλιά σου Αύσωνα, μα εσύ σιωπαίνεις .
Από τις φτερούγες του Έρωτα , δρέψε μονάχα μια ελπίδα μικρή και χάρισέ την μου.
Είναι ώριμος ο κίνδυνος πια .
Ανθίζουν στις άκρες των χειλιών του , μύρια μυδιάματα .
Το όνομά μου στα χείλη του, καίει τ' ουρανού τη θλίψη.
Αλκυνόη , ψιθυρίζει και του ορίζοντα τα τείχη συνθλίφθηκαν.
Φάνηκαν μέσα στη θάλασσα τα χρυσά περγαμόντα. Μικροί υάκινθοι, έτρεμαν κάτω απο του φωτός το χάδι.
Και τα όστρακα ... αχ! αυτά τα όστρακα, που κρατούν στην καρδιά τους , την λαχτάρα του Αρχάγγελου.
Θεέ του Παντός και του Τίποτα , μίλησέ μου. Εγώ, η Αλκυνόη, σου το ζητώ, που με έπλασες στο χθές και το αύριο στο τώρα και το ποτέ .
Ο Πλάστης μου δεν αποκρίθηκε .
Σκύβει για να θωρώ μες στην αγκάλη του.Λαβωμένα τα τέσσερα κατάρτια από του πόνου του την ηχώ.
Το δάκρυ του καυτό, άνοιξε στα δυό του σύμπαντος το κορμί και το αίμα αχνίζει πικρό, ολόζεστο.
Στο αίμα τούτο βυθομετρώ τον ήχο.
Τον ήχο ενός πόνου που δεν έχει έλεος .
Τώρα γνωρίζω.Κοιτάζω τα άδεια χέρια μου και θυμάμαι.
Θυμάμαι πως έχασα τη ζωή μου στην καυτή πέτρα.
Κάτω απο επιθυμίες ιερές , παραδώθηκα στη σμίλη του μέλλοντος .
Ατενίζω τη λαβωμένη φωνή της θάλασσας και πνίγω τους ήλιους στο σκισμένο της στέρνο .
Ανυπέρβλητα τα εμπόδια του πάθους .
Ενός Πάθους γιγαντιαίου, για το χτίσημο μιάς και μόνης αλήθειας .
Ω! Αύσωνα , απάντησέ μου... παρακαλώ.
Ξέρεις ποιά ειναι η διαφορά , ανάμεσα στην αλήθεια και την πραγματικότητα;
Στρέφει το βλέμμα του πάνω μου, όλο απορία και μ΄' απαντά :
Αλκυνόη, αλήθεια και πραγματικότητα , είναι το ίδιο ακριβώς .
Ρουφώ το δάκρυ του Θεού μου, να κατακαύσω τις μνήμες, να να σβήσω το πριν μιάς ευτυχίας ποδοπατημένης , ανίερης , ψεύτικης ... ουδε καν ευτυχίας .
Η αλήθεια , Αύσωνα ,είναι τούτο που νοιώθουμε ,που κατακτούμε με το ανάλαφρο βήμα και το λεύτερο φτερούγισμα της ψυχης .
Η πραγματικότητα , είναι οτι απομένει στα χέρια που δολοφόνησαν την αλήθεια .
Η πτώση μας ειναι η πραγματικότητα και η ουσία του βυθίσματός μας , η αλήθεια .
Λούζω το κορμί μου στο αίμα μου .
Καλώ τον Αύσωνα να εξαγνίσει τις επιθυμίες, αναζητώντας έκφραση στο πρόσωπο του Πρωτέα .
Επτά οι πληγές του κορμιού και ο πόνος δε μετριέται.
Με φυλακίζεις στην ευδαιμονία μιάς επίπλαστης γαλήνης .
Εσμιξε σύγνεφο και γης .Στιγμές οδυνηρές ,στιγμές δεμένες με την πραγματικότητα κι εγω να λατρεύω την Αλήθεια .
Αυτή την Αλήθεια, που φωλιάζει στου ανέμου το χέρι, σαν θεριεύει την πύρινη λαίλαπα .
Εγένετο μην Μαιμακτηριών και ημέρα η έκτη.
Η θέρμη του Ήλιου, βυθίζεται στα σπλάχνα τα άσπιλα μιας καταπράσινης θάλασσας .
Σκοτώνω τα όνειρα που είναι ψεγάδι του νου, να διαβώ στο όραμα μιάς φύσης ανωτέρας .
Αιμοράγισε ο Λόγος απο την ευήθεια του ψεύδους σου, Αύσωνα .
Ο τρόμος γεννιέται ορμητικά, ρα-ί-ζει του μύθου η θέληση.
Των υδάτων η ρευστότητα κρύφθηκε .
Παγωνιά ξεχύνεται απο τις φτερούγες των γλάρων.
Δραπέτης κατέρχεσαι , περιγελώντας , την διστακτικότητά μου .
Η προδοσία σου επιτελείται και στα δυο επίπεδα της φύσης .
Με παραδίδεις , στου αιωνίου εσώτερου θανάτου, τα χέρια .
Δεν έχει ιερότητα τούτη η κόλαση , που μ' αποδιώχνει στον βασανιστικότερο ήχο του παραδείσου. Ενός παραδείσου , που η φωτιά κι ο αγέρας αποθέτουν την καρδιά των ασφόδελων, στου κορμιού μου τις επτά πληγές .
Πυκνή ομίχλη. Δεν έχω δυνατότητα ν' ανασάνω . Παγωνιά κρυμένη σε χάδι .
Αέρινη φιγούρα με τυλίγει απαλά, την ώρα που κινδυνεύει να αφανιστεί και η τελευταία δυνατότητα να σε εμπιστευτώ.
Η Στύγα, κόρη του Ωκεανού, μου ψιθυρίζει λόγια παρήγορα .
Μα δε νοιώθω, παρά μονάχα τους πόνους , απο το βασανιστικό παιγχνίδι σου Αύσωνα .
Σιγά, αργά, τούτος ο θεσπέσιος και μυστικός κόισμος , σβήνει για σένα , πάνω στην ψευδαισθησία των αισθημάτων σου, της θέλησής σου.
Ζητώ απ τους θεούς , που κραδαίνουν βαρια τιμωρία , να μη σ αγγίξουν. Κι ας νομίζεις πως μονάχος σεσωσμένος διαβαίνεις τις πύλες τις μυστικές.
Έμεινα μονάχη. Πάλι. Ασυντρόφευτη για πάντα ίσως .
Και τότε..........
Άνοιξε του Φωτός το στέρνο, εξήλθεν ύδωρ και αίμα.
Εφάνη ο ΕΙς , έχοντας φωτιά στα χέρια , και ....
Είπε :
Όταν εισέλθεις στου πόνου σου τα σπήλαια, άγγιζε τις πληγές και θ' ανθίζει ελπίδα.
Αποκρίθηκα :
Άλλο πιο κάτω αν διαβώ, η παγωνιά με θανατώνει και τα μέλη είναι άπνοια.
Και είπε :
Το βλέμμα του ήχου είναι διάπυρο. Άντλησε του μύθου την ψυχή κι ύστερα...Ύστερα πέταξε πάνω στου αίματός σου το διάβα, ο,τι σέπεται .
Αποκρίθηκα :
Δεν έχω όραση, δεν έχω επιθυμίες . Δεν έχω Γνώση, παρά της Ερήμου...
Και είπε :
Πλανάσαι.
Και εγένετο ημέρα η έκτη , μηνός απόντος και έτους αγνώστου.
Με το φόβο στο νου και τους πόνους στις σάρκες.
Αργοσβήνει η ζωή... η ανάσα φώλιασε στης φωτιάς το τραγούδι, ύστερα σιωπή.
Συμφιλιωμένος με τούτη, χρόνια τώρα , αναπαύθηκα .
Η μοναξιά γιγάντωνε, εγώ σμίκρυνα ολοένα και περισσότερο. Ο φόβος κυρίαρχος, μάχεται την ώριμη επιθυμία να χαρίσω τα πάντα... όλα τούτα που δε χωρούν πια μέσα μου , ξεχειλίζουν και χύνονται στης Ερήμου το ολόλευκο πρόσωπο.
Ύστερα φώναξα Εκείνον που με γέννησε .
Ήλθε ξανά με φωτιά, νερό κι αγέρα ..Έσυρε τη γη μακριά , μ' ελευθέρωσε , και...
Είπε :
Να κοιτάξεις μακριά με ότι σου έδωσα .
Εσφάλισα τους οφθαλμούς .Άνοιξε του μετώπου η όραση, άδειασε ο νους . Γεννήθηκε ήχος μέγας .
Σκότος, γεύση πικρή τρόμος .
Ω! Εσύ που με γέννησες , μείνε σιμά μου. Είμαι τρομοκρατημένος , κρυώνω αγνοώ.
Και είπε :
Έξελθε της Ερήμου, μόνος .Εγώ σε καλώ. Μη γονατίσεις , μη φωνάξεις ,παρά στον ήχο μιας μουσικής άγνωστης . Φθαρτός εσύ που δεν πόνεσες . Νεκρός , όποιος δε μ' άγγιξε.Έλα δίχως τον τρόμο, μονάχα με της προσδοκίας το χαμόγελο.
Κίνησα .
Η Έρημος με κατέκαυσε, η παγωνιά της με διαμέλισε . Θωρώ μια λάμψη ... βιάζομαι να εισέλθω.
Κατέρχομαι ανερχόμενος .
Είναι τέτοια η οδύνη των πόνων, που η φωνή αφανίστηκε στης απόγνωσης το χέρι .
Οι σάρκες μου, κομμάτια διάσπαρτα .Το αίμα αχνίζει ...ποταμός που η ροή του με τρελαίνει .
Τερατόμορφα όντα ξεσκίζουν τη Σκέψη , αχρηστεύουν το αθώο μου κοίταγμα. Οι φωνές τους που με περιγελούν, διασκορπούν την ελπίδα. Δεν έχω αέρα, ακόμη.Τα πνευμόνια πονούν .
Κατέρχομαι ανερχόμενος .
Βλέπω του μίσους το πρόσωπο. Αποστρέφω το βλέμμα . Βοήθεια!!... Μα η φωνή... Φωνή δεν έχω... ο τρόμος πνίγει την έκκληση.
Απλώνω το χέρι, να σταματήσω της φρίκης το ράπισμα . Μα το χέρι μου είναι αποσαρκωμένο, άδειο κι αδύναμο .
Κατέρχομαι ανερχόμενος .
Είδα το άδειο σου πρόσωπο, να καθρεφτίζει το τίποτα της ψυχής . Έχασα τις αισθήσεις να φύγει ο τρόμος .
Παραδίδω την εύθραυστη μνήμη σ Αυτόν που με γέννησε . Τον ρωτώ με αγωνία , γιατί οι πόνοι με θανατώνουν αργά-αργά;
Και είπε:
Δε μ αγάπησες
Αποκρίθηκα :
Δεν αναγνωρίζω τη σημασία των λόγων σου . Είναι στοιχεία άγνωστα που με παιδεύουν
Και είπε:
Ψεύδεσαι.
Αποκρίθηκα :
Ναι γιατί στην τόσο μακρά και μικρή ζωή μου , μονάχα τον Αύσονα αγάπησα, κι αυτός δεν ένοιωσε αχ! καρδιά μου , άλλο από ένα τίποτα .
Πνιγμένος στου πόνου το δάκρυ, κατέρχομαι ανερχόμενος . Τα σπήλαια απύθμενα . Το Φως Του αχνό, η παγωνιά μου αφάνταστη.
Και οι δυο Έρημοι , να με σφυροκοπούν εκατέρωθεν .

1996
ISBN  978-960-93-6268-9

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Μετέωρος Λυγμός

εκείνο το πρωί που τα πουλιά τράφηκαν
απ της μάνας τα κουρασμένα μάτια
τ' ουρανού το χέρι οργισμένο κρέμασε
την εβδόμη μέρα την ατέλειωτη
σιγή θρυμμάτισε προδομένη αθωότητα
ένα φεγγάρι που αργόσβηνε έσταζε αίμα
αιωρείται σύγκορμη η αγάπη απ την απουσία
που λοιδορούσε  ηρεμίας υποταγή
μετέωρος λυγμός κατεβαίνει αθέλητα
ατιμασμένη χαρά σε εξουθενωμένη προσπάθεια
εκείνο το πρωί που οι ορίζοντες έσβησαν
το απαλό φέγγος αναζητούσε χρώματα
η καρδιά τυφλή και άλαλη δεν απόδιωξε στοχασμό
αχυρένια πλάση άπλαστη και το πνεύμα σε χίμαιρες
τα πουλιά πια ραμφίζουν όνειρα κατακτητών
εκείνο το πρωί παρατάθηκε ο θάνατος
ολοένα πιο άπληστος ενδεδυμένος με άμφια
στις παλάμες αναμμένους κεραυνούς
να αποκτήσει ναυαγισμένες ερήμους
μα τη γεύση δε γνώριζε
κι έμεινε εκεί τυλιγμένος ανατριχιαστικά χρισμένος
ανθρώπου φόβο ατέλειωτο ...

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

Αναρωτιέμαι...

αναρωτιέμαι συχνά πώς δέθηκαν λυγμοί
χαμένη φρόνηση αφηνιασμένη επιμονή
να υπογράφει ο θάνατος την ύπαρξη ζωής
βαρέθηκα τα λόγια που ξεσχίζουν λόγια
συνήθισα μονάχος με τη φυσαρμόνικα
να στάζει αίμα και να αγναντεύω τόσους πνιγμούς
ανήμπορος άνθρωπος να σώζω ένα καράβι τη φορά
μονάχα ένα και να βουλιάζουν τα χέρια μου
στης Νύκτας το πρόσωπο να θωπεύω σιωπές
αυτές τις σιωπές που κλαίνε για να φέγγουν
με το μικρό δάκρυ ίσκιο απάτητο

αναρωτιέμαι πού λούφαξαν οι απώλειες
πετρωμένος άνεμος και ταράζει τα ακύμαντα
ερειπωμένα κορμιά σε μιαν αγχόνη κι όμως
σε απέριττο τοπίο οι σταυροί μου ξεσχίζουν τη σάρκα
γεμάτοι χάρη μ ακολουθούσαν σε κάθε ταξίδι
κάρφωνα ήλιους σε εικόνες καμωμένες από σύννεφο
ανήμπορος άνθρωπος να γίνω φωτιά να λιώσω τις λέξεις μου
στην πρώτη αποκάλυψη οι νεκροί παραδόθηκαν
διαβαίνοντας θρήνους λευτερώθηκα από τις λησμονιές
μα δε βαρέθηκα ν αλωνίζω θύελλες με τις τόσες εναλλαγές ...

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Μοιραίος Λόγος

Kουβάλησα την ύπαρξή μου ως εδώ,
μ' ένα ατέλειωτο παραμύθι στα μάτια
και την πνοή τ' ανέμου
στις σκληρές γωνιές του κορμιού.
Ανασαίνω σταγόνες άγνωστου ωκεανού.
Σφαλίζω τα βλέφαρα
να μη δραπετεύσω στο παραμύθι.
Μ' αδράχνουν ατέλειωτες μουσικές,
πέρα απ' το φιλί του ήλιου.
Ανεξιχνίαστος μοιραίος λόγος
συντρίβεται
στην ανάγκη των λέξεων και των χρωμάτων
μιας μουσικής ανύστακτης
που με καταδιώκει και με καταδιώκει...
......Στου κορμιού μου τις υγρές διαδρομές
                           σ΄αναζητώ την πρώτη ώρα
            στον έσχατο χρόνο.

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

Τι κι Αν...

άφησα
τους φόβους μου
νίκησα τις σιωπές μου
ακούω τα βήματά μου
κρατούν ακόμα τη μουσική
φυλακισμένη σ ένα χαμόγελο
που ανθίζει μυστικά
σπάζει τη σιωπή
μια σταλαγματιά ιδρώτα
απ του έρωτα το χνώτο
με κρατά μες τη θολούρα
εκείνου του βαλς
που σου δώρισα
μα συ
δεν ήλθες να μ αγαπήσεις ξανά.

η Απειλή της Λήθης

αυτή η άτεγκτη πόρνη των διαστάσεων
με μάχεται
διόλου δεν αναγνωρίζω
αυτούς τους πόνους
θεριά θεόρατα
στους μικρούς μου ώμους
σαϊτεύω με πύρινο βέλος
το νέφος
που με τούτο ντύσατε τον κάλπικο λόγο

με πύρωσε  ο ήλιος,
με ζύμωσε η θάλασσα,
με γέννησε ο βράχος.
φθάνει μακρινός πια
ο απόηχος των λόγων σας
γεμάτος αγωνία κι απόγνωση
μα δε θα στραφώ πια πίσω...

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Επιλογές...

...υπάρχει μια τέλεια αρμονία
μεταξύ ευαισθησίας και πνεύματος
λες και ζυγίσθηκε από την σοφία του Σύμπαντος ...
τελικά ναι! είναι θέμα επιλογής η αρμονία .