Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Μετέωρος Λυγμός

εκείνο το πρωί που τα πουλιά τράφηκαν
απ της μάνας τα κουρασμένα μάτια
τ' ουρανού το χέρι οργισμένο κρέμασε
την εβδόμη μέρα την ατέλειωτη
σιγή θρυμμάτισε προδομένη αθωότητα
ένα φεγγάρι που αργόσβηνε έσταζε αίμα
αιωρείται σύγκορμη η αγάπη απ την απουσία
που λοιδορούσε  ηρεμίας υποταγή
μετέωρος λυγμός κατεβαίνει αθέλητα
ατιμασμένη χαρά σε εξουθενωμένη προσπάθεια
εκείνο το πρωί που οι ορίζοντες έσβησαν
το απαλό φέγγος αναζητούσε χρώματα
η καρδιά τυφλή και άλαλη δεν απόδιωξε στοχασμό
αχυρένια πλάση άπλαστη και το πνεύμα σε χίμαιρες
τα πουλιά πια ραμφίζουν όνειρα κατακτητών
εκείνο το πρωί παρατάθηκε ο θάνατος
ολοένα πιο άπληστος ενδεδυμένος με άμφια
στις παλάμες αναμμένους κεραυνούς
να αποκτήσει ναυαγισμένες ερήμους
μα τη γεύση δε γνώριζε
κι έμεινε εκεί τυλιγμένος ανατριχιαστικά χρισμένος
ανθρώπου φόβο ατέλειωτο ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου