Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Μήνας Διάσπαρτος και Ώρα σε Τρέλα

λόγχες θρηνούν στα ριζά ήχου ακράτητου
δεν ωφελεί να κρατώ τέσσερις κούπες αράγιστες
μετεωρίζομαι σε παύσεις φόνων ασυμβίβαστων
και πώς να πάψει αθέατη ζωή να θρηνεί προεξοχές
οριζόντων ματωβαμένων που σκάζουν χαμόγελο

αναδιπλωμένη περπατησιά σε σημάδι τρέλας
ψυχή να στραγγίζει θύμησες με συμπτώματα γέννας
κι ένας έρωτας  συκοφαντεί απαρνήσεις χαμένου κόσμου
γυμνή προσευχή σε σκίρτημα ζωής και βασανίζει
θανάτους που συλλαμβάνονται στο κατώφλι χρόνου

επικίνδυνα κάτοπτρα διασχίζουν στιγμιότυπα
απόσταγμα  νύκτας που αγνόησε λήθη σε απάθεια
ατερμάτιστες επιμονές αγκαλιάς σε έγνοιες πέτρινες
μα μη φεύγεις σε καλά ποτισμένα ποτάμια δίχως όψη
μικρά σημάδια θαμπά εκεί σε πτυχή κεραυνού άλαλου

ανύποπτος ο έρωτας μικραίνει αβύσσου απόσταση
κρατημένος γερά σε άμμο που θάλασσες αποκοιμήθηκαν
σπασμένο φώς κι εξέρχομαι σε μια διαφάνεια
για να εισβάλλω  σε παραλλήλους πολιορκημένων
δίχως σώμα εκεί στα ριζά των κομματιών μου γκρεμίζω
κάθε θαμμένο και γεύομαι ζωή .

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Μεσαύγουστος και Ώρα Καμένη

εκρήξεις αγρύπνιας  και μια συνήθεια
να σπινθηρίζει αστραπές θανάτου ικεσία
κάτω από βλέμμα που γέννησε νίκη παράλογη
ρήγμα διπλό σε ρούχο καμένο από φεγγάρια

πόνεσαν τα μάτια μου να μένουν ολάνοικτα
σε σφαγιασμένο ουρανό και κάθε απόβροχο
χρώματα να μένουν κρεμασμένα
σε μέρες μελλοντικές αφτιασίδωτες

καρφωμένοι ναυαγοί  σε υφάλους τόσο  φονιάδες
πνιγμένη αρμύρα στ' αρχαίο ρούχο τους
κι αυτός ο θάνατος να χύνεται απ' τα μάτια τους
βάφοντας μπλέ σημάδια σε ζωή που δραπέτευε  

κι ο μύθος μιας απόλαυσης με πόθο σφιχταγκαλιασμένη
τυραγνά σιωπές αλύγιστες  κι ας μη μάθαμε ποτέ ανάδυση
από βλέμμα σβησμένο μοναχικό κι απροστάτευτο
καμιά οδύνη δε χαρίζεται για να σμιλεύεις  το σταυρό σου

Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Μήνας με Άνεμο και Ώρα Κλητευμένη

κλειστές πόρτες κι ο μεθυσμένος πόνος
κινδυνεύει πάνω σε αυγή με ξεσχισμένο στήθος 
θυμωμένες θάλασσες  ανεπανόρθωτα ραγίζουν
κι εγώ να γέρνω δίχως καμμιά σημασία 
να πιω αδίψαστα ουρανό και αφανίζομαι

κι εκεί που νεκρές λέξεις αναπαύονται
απαγχονίζεται λυγμός ερώτων αναπόκριτων
και δεν γνώρισα κραυγή βυθισμένη στη ρίζα της
τιθασεύονται  αγκαλιές μοιρασμένες σε μεσημέρια
δυό αισθήσεις συντρίβονται σε μοναχικό αναφιλητό

η στιγμή παρεμβάλλεται σε ελπίδα κι απελπισία
και δε θέλω να δω την μοναξιά της έκρηξης
μας έζωσε η υπομονή κι έμεινε ανεξερεύνητη
και τώρα τι θες ; σε υγρές διαδρομές βυθίζω ύπνους
με ματωμένα δάκτυλα πνίγω σφιγμούς κι εσυ;

εσυ με τον πόνο σε ίσκιους να ζεις σχήματα
κλεμμένες  χαρακιές σκουριασμένων οριζόντων
κι ας πούμε οτι η γης  δεν αναρρίγησε απο τάφους
βασανισμένων σιωπών κι εγώ ντύνω τις ώρες
ψιθυρίζοντας πόθους φλεγόμενους στην όχθη μιάς ερήμου

κι ήταν μήνας με άνεμο και ώρα κλητευμένη


Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Μήνας Μεστός και Ώρα Ελεύθερη

ολάνοιχτα χέρια κι ένας αιώνας
καθόταν απαλά με τόσο δισταγμό
πάνω στο στέρνο σου το ακύμαντο
κι εγώ γυμνή βήμα στο βήμα να εύχομαι
μόχθους φιλιών Νύκτας ανεξαργύρωτης

κι όταν ο χρόνος απίστησε
κάτι συνέβη εκεί στην όχθη λέξης
και κινήθηκε βοριάς ανάμεσα σε ενοχές
μιας μυρωδιάς ενωμένων σωμάτων
η φρόνηση λάθεψε για μια σταγόνα μπλέ

ακαταστάλαχτη ελευθερία δολοφόνησε
μεσάνυκτα και η ανάγκη υποταγμένη
σε τιμονιέρη ακάλεστο και μες στα βλέμματα
ήλιοι διάσπαρτοι αλητεύουν σε άγνωστο δράμα
ξεψύχησε η ανάσα μου μες στη δική σου δίψα

πόσο βουβά τα δάκρυα παντέρημα νερά
ντυμένα μεστόν Αύγουστο αιμάτινη κραυγή
τσακισμένα απο αγωνία φωτός νεογέννητου
τρελά μεσημέρια σε ταξίδι αρμύρας ευτυχισμένης
κι ακόμη  γυμνή βήμα στο βήμα εξέρχομαι της Αβύσσου

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Μήνας σε Κίνδυνο και ΄Ωρα Υπνωτισμένη


τα χέρια σου σκιρτήματα ανέμου
παράδεισου κατάρα  ανυποψίαστη
εισχώρησα στο βλέμμα σου σα μύθος
ταξίδι κινδύνου δεμένη σε αποβάθρα
κάρφωνα σε όχθες χρώματα αταλάντευτα

σκαλώνουν τρικυμίες σε άγνοια ακάλεστη
αγκυροβόλησε πάθος αλόγιστο μάταιου αιώνα
τίποτα δεν ωρίμασε στο βυθό μιας λέξης
φυλακίζω ένα άστρο κάτω απ τη γλώσσα 
να μεθύσω τις λέξεις με φως να μείνουν απούλητες

όταν τα καλοκαίρια συντριβούν σε χειραψία
πρωινά με ακίνητη απελπισία  θα ραγίζουν μυστικά
και θα μαντέψουν θανάτους ερώτων μεταμφιεμένων
κι εγώ εκεί στα χέρια σου επάνω με θρόισμα 
θα σέρνω αστερισμούς αφύλακτους άλικους σαν αίμα

στο πιό βαθύ φιλί σου ο χρόνος ευωδίασε αρμύρα μπλε
ανάσες γυμνές άυπνες γοητευμένες  από ονείρου γέννα
να χωρέσει ευτυχία ασίγαστη στους πιο δικαιωμένους
που χώρεσαν στο τίποτα αναζητώντας τη δικαίωση του πάντα
κι ήταν ο μήνας κίνδυνος κι η ώρα υπνωτισμένη.

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Μήνας Βραχυκλωμένος και Ώρα Ιερόδουλη

αγγίζω νύκτες αδιαμόρφωτα αιφνιδιασμένες
μια στιγμή  πραγματικού εύρους ενός λόγου
και η αλήθεια απροσάρμοστη κλέβει απόσταση
αναζητώ τα ανεξαργύρωτα μιάς άλλης τάξης κόσμου
ματωμένη αναποκάλυπτη  δύναμη βαραίνει η μοναξιά μου

πόσο απρόσεκτα σε Ερημιά λόγου βυθίστηκαν άνθρωποι
παιδιά μιάς Πέτρας κι έφθανε μια ματωμένη αγκαλιά
κι ένας σφυγμός βουίζει γκρεμίζοντας θησαυροφυλάκια ψυχής
δόλιος  ύπνος μπαινοβγαίνει σε καθημερινές μικρές ευτυχίες
μικρές αισθήσεις σε μιά φούχτα λέξεις φερμένες απο άλλους ουρανούς

λεπτή χορδή πάλλεται κι ο άνεμος ξεχύθηκε και σπέρνει ιλίγγους
κι εγώ νιώθω να με κρατά λώρος γαλάζιας ιστορίας έρωτα
μιας μουσικής που ορώ αιώνες τώρα σε μυριάδες κόκκους αστίβαχτους
Αιγύπτιας πομπής κι έχει χυμούς κι αρώματα  η κάθε νότα
μα οι παρακμές πνίγονται σε αναστεναγμούς φορτίο μέρας

δες πόσο μοιάζει ο λόγος με την κραυγή κι η αμφιβολία
ξεθεμελιώνει πλάση άπλαστη σε εικόνα αμίλητη σα δάκρυ
Μονόφθαλμοι θα μοιράσουν τα υπάρχοντα καθαγιασμένα λόγια
κι εγώ περαστική από ακυκλοφόρητα μυστικά αναίτιο χαμόγελο
θα μοιράζω αγέρωχα σε μανιασμένη θάλασσα  διάφανες νύκτες
σε μήνα βραχυκυκλωμένο και ώρα ιερόδουλη .

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014

Μήνας Υπεύθυνος και Ώρα σε Βαθύ Στοχασμό


όλα τα  Πάνθεα αβοήθητα σε θορύβους
αρχέτυπος Αδάμας να σπάει παραδόσεις
ανταύγειες σχημάτων με πόνο διάφανο
κατοίκησαν στις φούχτες μου  τη νύκτα
μικρές πυκνότητες αφρόντιστο φως
κι ο έρωτας εκεί ανάμεσα να πηγαίνει
και νά 'ρχεται φορτωμένος θείο πάθος

ένα σύνθημα να φροντίζει με βιάση
την απαγορευμένη αστραπή την αθέατη
έτσι όπως πλάθομαι από Γαία κι Ουρανό
ανασαίνω σε χωρισμένα σώματα ψυχές
δασώνουν λιωμένες οι φλέβες μου
σε οργασμούς παραδομένες σε σελίδες σεντόνια

με πηδάλιο από ξύλο ιερό Σύμπαντος κληρονομιά
πόσοι ίσκιοι στα βλέφαρα ν αντέξω της Ερήμου το φιλί
κι όπως πλαγιάζω σε γυμνό χιτώνα της Αβύσσου εικόνα
στο Μεγάκοσμό μου  επιστρέφω μυστικά  για λίγο
με ανοιγμένο διάφραγμα κι ασφαλή αναγνώριση

τρυφερά και φιλήδονα στέκω στ αγέννητα ταπεινά σαν σμίγουν
αόρατη κι ανέγγιχτη κοιτάζω τα σύμβολα αρχαίου λόγου
και η αρμονία λέξεων βαπτισμένες σε νεφέλες πίκρα
λεύτερα θρυμματιζουν είδωλα και διαψεύδουν θεούς
Επτά Πύλες χρεωμένες αθανασία με τον πιο σύνθετο τρόπο
τον ανερμήνευτο σε Μικρόκοσμο γιατί δεν είχε οδούς καρδιάς
σε μήνα υπεύθυνο και η ώρα σε βαθύ στοχασμό .

Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

6η Αυγούστου 08:16΄ 1945



6η τ' Αυγούστου 08:16΄  1945

Μια λάμψη , ένα σύννεφο σκόνης ,
λίγα δευτερόλεπτα μονάχα ,
ήταν αρκετά να στοιχειώσουν την ανθρωπότητα .
200.000 άνθρωποι εξαερώθηκαν
μέσα σ αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα .
Και οι άλλοι με γυμνωμένα οστά
και τις σάρκες να σέρνονται ,
σκοντάφτουν στις κουρελιασμένες άκρες τους
να τρέχουν να σωθούν...
Ρημαγμένα απομεινάρια ,
με πνιγμένο ήχο.
Στη θέση  των χειλιών μια χοάνη
να ξερνάει χαλάσματα .
Μάτια χυμένα να τρέμουν
σε λιτανείες φρίκης .
Παντού σκοτάδι και φαντάσματα .
Πόνος κι απελπισία .
Καμένες  από πυρακτωμένο αγέρα
που με 800 χλμ ανά ώρα σάρωνε
όσα απομεινάρια λωρίδας σάρκας άγγιζε .
Πόλη πνιγμένη στη σιωπή
δρόμοι σπαρμένοι πτώματα
στάμπες σκιών εξαερωμένων
σε τοίχους,σε σκαλιά ,στην άσφαλτο
σ όσους εκτέθηκαν σ' αυτήν την ραδιενεργή λαίλαπα
Κι ύστερα η μαύρη βροχή ν' αποτελειώσει τα πάντα...
Δήμιος ο υποσμηναγός , πιλότος  Paul Tibbets  του σκάφους
Εnola  Gay το " παιγχνίδι " του  little boy ...
Οσμή μολύβδου στάθηκε στη μνήμη του πληρώματός του...
Τρεις μέρες μετά ,το πλουτώνιο στο Ναγκασάκι κι ειναι
ένας πόλεμος ατέλειωτος ,μια εντροπή πνιγμένη. Ναι! πνιγμένη
στις τόσες γνωστές  αλλά και άγνωστες  αθέατες
και κανείς στ' αλήθεια
δεν ανησύχησε από εκείνη την 6η Αυγούστου
στις όποιες επαναλήψεις της ...
Και στον Ρόμπερτ Οππενχάιμερ καταλογίσθηκε
αίσθημα μειωμένης ευθύνης απέναντι στην ανθρωπότητα
γι αυτά τα "πειράματα", γιατί περί αυτού επρόκειτο..
70 έτη και βάλε κι ακόμη η σφραγίδα του εγκλήματος είναι   ζωντανή ...

Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Μήνας σε Τρέλα κι η Ώρα στην Κατακραυγή

ηδονές που κερδήθηκαν κι ένα δάκρυ
δάκρυ αιμάτινο σκάβει γης άλαλη
ζυμωμένη με ασυνέπεια από αμείλικτους
φονιάδων χαμόγελα σε θανάσιμο φως
κι εγώ να βαραίνω από ασημάδευτες λέξεις
διαβαίνοντας στα ελάχιστα σκοτάδια 

δεν γνώρισα τίποτα ανθρώπινο αντιστέκομαι
ναυαγός ταπεινός αδιάκοπων στιγμών γυμνωμένων
με οδύνες αμίλητη λογαριάζω σκυμμένη
αναχωρήσεις σε αμαρτήματα που λυτρώνουν
κι έμεινα μόνη να εξουσιάζω μια λέξη απύθμενη

λογαριάζω θανάτους αναίτιους Νύκτας βασιλεμένης
ξεχασμένη γλώσσα ψιθύριζε μια συγκατάβαση
έκπτωτος θαμώνας θεάτρου ανίερου νυσταγμένος
από σαρκασμούς λαβωμένος μαρμάρωσε κι εγώ
να υφαίνω τις δυο Ερήμους ορφανεμένες  οάσεων

μια χαρακιά σε ξημέρωμα πρόωρο αναζήτησα
κι ότι στερήθηκα περίσσια το δωρίζω πάντα ανυπάκοη
κι όταν το τέλος θα γράφει θαμπάδα σε κάτοπτρα
λυπημένη θα ζήσω σε χαμένες υπομονές να αντιγράφω
νίκες από το μέλλον βαπτισμένες σε χρώματα άγνωστα

ξεγελώντας φονιάδες με βήματα κυκλικά κι ανάλαφρα
θα φυτεύω στην εγκατάλειψη  αναχωρήσεις σε αγνότητα
δεν έμειναν άλλα κουρέλια αγάπης αδάμαστης το καταλάβαμε
κι οι μεταμέλειες περνούν από δίκη συνείδησης με πίστη
μ' αξιοθρήνητα χέρια σε αιμάτινη λάσπη βάφω σημάδι μυστικό
σε μήνα ομοίωμα τρέλας και η ώρα στην κατακραυγή 

Μήνας Άγουρος και Ώρα Κρατημένη

δεν ξέρω που να σταλάξω 
το δάκρυ μου
στο σ' αγαπώ ή στο αντίο
δεν ξέρω που να στείλω 
της καρδιάς μου τον κτύπο
δεν θέλω να σε αγγίζω φοβάμαι
γιατι δεν ήξερες να με κρατάς
πνίγονται όλοι οι ήχοι μου 
μες στη βουή μιας θάλασσας 
που μ αποστρέφεται για τούτο το κακό
σσσσσς ! μάθε τις σιωπές ν' ανοίγεις 
κι ας είναι δίσεκτες οι ώρες 
θέλει τόλμη η σιωπή και αντοχή  
κλείσαν τα περιθώρια σε ερωτηματικό 
κι εγώ τολμώ σε Ελπίδα
είναι ένας μήνας άγουρος 
κι η ώρα σε βάσανο κρατημένη .

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Μήνας Εκπορνευμένος και Ώρα Αειπάρθενη


τιθασεύω μιά θλίψη
πυρπολημένης σιωπής
αύριο θα καλπάζω
σε μεθυσμένη εικόνα
και η ώρα θα σπάζει
πάνω στην αιχμή βλεμμάτων
λουσμένων σε αίμα πόθου
αγέννητο γήινο ψεύδος
γυμνό,άθικτο με οργή
ανέλπιδο ταξίδι με μόχθο
σε έφηβο χρόνο πραγματώνω

ταπεινωμένος θεός
θριαμβεύει ανωνύμου θανάτου
και πώς να εξιστορήσεις
μικρής ανταύγειας ζωή
ορίζοντες δυναστευμένους
ανάσας θρυμματισμένης
στα στήθη σαν κράτησα
κρυφών χρωμάτων ήχους
πάλευε σάρκα με σάρκα
μη σπάσει η ψυχή το λώρο της

στάζω σιωπές ακίνητες
οδεύω σε κρυψώνα Αβύσσου
λυγίζει ψίθυρος αφής
μέλλοντος που πόθησα
εμβρόντητη κοιτάζω μνήμες
με διαύγεια ταξιδεμένες
κι είναι όλες τους μελλοντικές
βαπτισμένες  αιωνιότητα
αποστρέφω το βλέμμα από χίμαιρες
ν' αγγίξω αλήθεια  ηδονική
χαράζοντας χνάρι βαθύ
σε μήνα εκπορνευμένο και ώρα αειπάρθενη