Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Πίνω Παράφορα Τις Κραυγές Μου

δέθηκαν με ιμάντες στο Σύμπαν κρατήρες  που βρυχώνται
μάτια ασημάδευτα κατατρώγουν
μέλλοντα ζωής που χλώμιασε από χλευασμό
λαίμαργα φεγγάρι θανάτωσε τρυφεράδα αγγέλου
και δεν προχώρησες ποτέ
κλειδωμένος σε απαίτηση
άναρχη σκέψη ξέφτι συνείδησης
ανυπότακτα όνειρα που αναδύθηκαν
πέρα από λέξεις που γλίστρησαν από πορνεία
την ώρα που φλέγονταν σύνορα συμμοριών
ηχούν τύμπανα και το ικρίωμα στήθηκε
στέκω στη σιγή κι εσύ να ψιθυρίζεις ο,τι φοβάσαι τη ζήση
πόσο αδιάφορη χαραυγή σε γύμνωσε
εκεί που το μελάνι σφραγίζει  σκιές βουτηγμένες
στου Άδη το δάκρυ κι αλλάζει ρούχο η οργή
αβάσταχτο βάρος αυτό το δάκρυ και με τα χέρια άσαρκα
στραγγαλίζω μικρές εποχές που απέτυχαν
να πλέξουν νότες μέσα  σε χορδές
εκεί πάνω στη μοιραία φλέβα  που ματώνοντας
θαμπώνει τον ήλιο και κανένα ίχνος της τραγωδίας
δε μαθεύτηκε μιας και πίνω παράφορα τις κραυγές μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου