Βροχή καρφώθηκε σε χέρια ολάνοιχτα εκείνη την ώρα που ξεντύθηκε η μέρα
και προδομένη ροκάνισε σκοτάδια σιωπών στην αλλαγή του κόσμου.
Με τη λέξη να πάλλεται στα σωθικά γεννήθηκε σκέψη αδηφάγα κι ύστερα μια γλώσσα άγνωστη
ένωσε μοναξιά με πόθους ερώτων γαλήνης ανάρμοστης.
Φονιάδες πρόβαλαν των ετών ερεθίσματα και βγαίνει λυγμός ωκεανού ανεμπόδιστου.
Πεθαίνουν οι ανάσες κωπηλατώντας καταμεσής σε φουρτουνιασμένη φωνηέντων αγωνία.
Τρίζουν τα όνειρα και σκοντάφτει η Νύκτα σε φεγγάρια που έχτιζαν το μηδέν βασανίζοντας
γυμνή φωνή ουρανού γκρεμισμένου.
Η απόγνωση πάντα άμυαλη τρομάζει τα ολάνοιχτα χέρια και σέρνει δεμένους ίσκιους
σε λαβωμένες θρησκείες να κατοικήσουν στη ρωγμή της ψυχής.
Πάλι και πάλι ξεντύνομαι το σώμα μου σε ξάστερες μνήμες αφτιασίδωτες να ξεδιψάσει λέξη γυμνή
που δεν σπαταλήθηκε.
Ζωντανεύω σε πορφύρα ανέγγιχτη και στέκω μπρος σου σε στάχτες νεφών που κάλυπταν μιαν αλήθεια άφθαρτη ως την επομένη διάψευση μέχρι να κατοικήσω στο ανέγγιχτο.
και προδομένη ροκάνισε σκοτάδια σιωπών στην αλλαγή του κόσμου.
Με τη λέξη να πάλλεται στα σωθικά γεννήθηκε σκέψη αδηφάγα κι ύστερα μια γλώσσα άγνωστη
ένωσε μοναξιά με πόθους ερώτων γαλήνης ανάρμοστης.
Φονιάδες πρόβαλαν των ετών ερεθίσματα και βγαίνει λυγμός ωκεανού ανεμπόδιστου.
Πεθαίνουν οι ανάσες κωπηλατώντας καταμεσής σε φουρτουνιασμένη φωνηέντων αγωνία.
Τρίζουν τα όνειρα και σκοντάφτει η Νύκτα σε φεγγάρια που έχτιζαν το μηδέν βασανίζοντας
γυμνή φωνή ουρανού γκρεμισμένου.
Η απόγνωση πάντα άμυαλη τρομάζει τα ολάνοιχτα χέρια και σέρνει δεμένους ίσκιους
σε λαβωμένες θρησκείες να κατοικήσουν στη ρωγμή της ψυχής.
Πάλι και πάλι ξεντύνομαι το σώμα μου σε ξάστερες μνήμες αφτιασίδωτες να ξεδιψάσει λέξη γυμνή
που δεν σπαταλήθηκε.
Ζωντανεύω σε πορφύρα ανέγγιχτη και στέκω μπρος σου σε στάχτες νεφών που κάλυπταν μιαν αλήθεια άφθαρτη ως την επομένη διάψευση μέχρι να κατοικήσω στο ανέγγιχτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου