Σπουδή σε λέξεις μιας γλώσσας αγέννητης
ΔΙ
Τι καρτερούσες
σαν έφθασα
από τα ευρύχωρα κύματα
'Ολα τα είχα χαρίσει
Σφαλιγμένα σε όστρακα
που έλαμπαν από φως
μιας πίκρας περίσσιας
Ημέρα η πρωτέρα μηνός Θαργηλιώνος
Χαράζει η Ίριδα μέγα Ψεύδος
Το γοερό σου κλάμα σήκωσε θύελλα
Αισθήματα εκσφενδονισμένα
από του Άδη τα σπλάχνα
Χύθηκαν τα λόγια σου
φύλλα φθινοπωρινά
Είχες ζωγραφισμένο το φόβο στα στήθια
Γεννήθηκε ένας απορημένος πόνος
Σε ξένους γαλαξίες
φονεύαμε ήλιους
Στ' άδεια χέρια σου
αφήνει
την πνοή του ο Έρωτας
που γιορτάζει κρυφή χαρά
Φρεσκολουσμένα λόγια
έννοιες που
χάσκουν σε άδειο παράπονο
Κυοφορείς το θάνατο τις μικρές ώρες
Τις ώρες που ο Θεός αρμενίζει
πάνω σε άδολα χαμόγελα
Ακούσιος
ο ήχος μου
Ρέω
στο μέτωπο τ' ουρανού
αχρηστεύω την αμαρτία της άνοιξης
Κατοικώ ακόμα
στην καυτή πέτρα
λουσμένη στο φως μιας αρμύρας
που κουβαλά την πίκρα
της πλάσης ολόκληρης.
=======
1996
από το βιβλίο μου
Της Πέτρας και του Έρωτα
ΔΙ
Τι καρτερούσες
σαν έφθασα
από τα ευρύχωρα κύματα
'Ολα τα είχα χαρίσει
Σφαλιγμένα σε όστρακα
που έλαμπαν από φως
μιας πίκρας περίσσιας
Ημέρα η πρωτέρα μηνός Θαργηλιώνος
Χαράζει η Ίριδα μέγα Ψεύδος
Το γοερό σου κλάμα σήκωσε θύελλα
Αισθήματα εκσφενδονισμένα
από του Άδη τα σπλάχνα
Χύθηκαν τα λόγια σου
φύλλα φθινοπωρινά
Είχες ζωγραφισμένο το φόβο στα στήθια
Γεννήθηκε ένας απορημένος πόνος
Σε ξένους γαλαξίες
φονεύαμε ήλιους
Στ' άδεια χέρια σου
αφήνει
την πνοή του ο Έρωτας
που γιορτάζει κρυφή χαρά
Φρεσκολουσμένα λόγια
έννοιες που
χάσκουν σε άδειο παράπονο
Κυοφορείς το θάνατο τις μικρές ώρες
Τις ώρες που ο Θεός αρμενίζει
πάνω σε άδολα χαμόγελα
Ακούσιος
ο ήχος μου
Ρέω
στο μέτωπο τ' ουρανού
αχρηστεύω την αμαρτία της άνοιξης
Κατοικώ ακόμα
στην καυτή πέτρα
λουσμένη στο φως μιας αρμύρας
που κουβαλά την πίκρα
της πλάσης ολόκληρης.
=======
1996
από το βιβλίο μου
Της Πέτρας και του Έρωτα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου